ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΔΕΠΥ)
ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
1.Υπάρχει πάνω από ένας τύπος ΔΕΠΥ;
Η διαταραχή, που αναφέρεται σήμερα ως ΔΕΠΥ έχει «υποστεί» πολλές αλλαγές μέσα στα χρόνια, ως προς τον τρόπο ταξινόμησης. Οι βασικές κατηγορίες συμπτωμάτων είναι α) έλλειψη προσοχής, αφηρημάδα
β) παρορμητικότητα και
γ) υπερκινητικότητα,
οι οποίες έχουν ταξινομηθεί σε τρεις υποτύπους ΔΕΠΥ: τύπος κυρίως έλλειψης προσοχής, τύπος κυρίως υπερκινητικότητας-παρορμητικότητας, και μεικτός τύπος (δηλ., απρόσεκτος, υπερκινητικός, παρορμητικός). Όπως είναι φανερό, δεν είναι απαραίτητο ένα παιδί να παρουσιάζει συμπτώματα υπερκινητικότητας ή παρορμητικότητας, ώστε να λάβει μια διάγνωση ΔΕΠΥ.
Μάλιστα, περίπου 30-40% των παιδιών, που λαμβάνουν διάγνωση ΔΕΠΥ ανήκουν στον υπότυπο κυρίως έλλειψης προσοχής.
2. Αν ένα άτομο έχει τα συμπτώματα, σημαίνει ότι έχει ΔΕΠΥ; Η εμφάνιση των συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ καθαυτή δεν είναι αρκετή για τη διάγνωση. Θα πρέπει να πληρούνται ακόμα και τα ακόλουθα –κριτήρια :
Α) Τα συμπτώματα πρέπει να παρουσιάζονται σε παραπάνω από ένα πλαίσια, π.χ. και στο σπίτι και στο σχολείο.
Β)Το παιδί πρέπει να παρουσιάζει κάποια ελλείμματα στη λειτουργικότητά του σχετιζόμενα με τα συμπτώματα. Με άλλα λόγια τα συμπτώματα πρέπει να προξενούν κάποιο σημαντικό πρόβλημα στην ακαδημαϊκή, κοινωνική ή και «συμπεριφορική» λειτουργικότητα του παιδιού.
Γ) Κάποια συμπτώματα πρέπει να έχουν κάνει την εμφάνισή τους πριν τα 7 χρόνια.
3. Από πού προέρχεται η ΔΕΠΥ;
Αρχικά, ας διαλύσουμε κάποιες κοινές φήμες.
Α) Η ΔΕΠΥ δεν προκαλείται επειδή κάποιος είναι κακός γονέας.
Β)Η ΔΕΠΥ δεν προκαλείται από ανεπαρκείς δασκάλους.
Γ) Η ΔΕΠΥ δεν προκαλείται από τροφές κακής ποιότητας.
• Δεν ισχυριζόμαστε ότι ο τρόπος ανατροφής και διδασκαλίας δεν μπορεί να επηρεάσουν τη λειτουργικότητα ενός παιδιού (πιο πολλά πάνω σε αυτό θα πούμε παρακάτω).
• Παρόλο που οι έρευνες έχουν επανειλημμένα αποτύχει να υποστηρίξουν τη σχέση μεταξύ κακής διατροφής και ΔΕΠΥ, αναγνωρίζουμε ότι η διατροφή μπορεί να συμβάλλει στα προβλήματα κάποιων παιδιών με ΔΕΠΥ.
• Η ΔΕΠΥ τείνει να είναι κληρονομική.
• Υπάρχει αυξανόμενος αριθμός αποδεικτικών στοιχείων για το ότι η ΔΕΠΥ είναι συνήθως μια διαταραχή με νευροβιολογικό υπόβαθρο, η οποία συνεπάγεται ελλείμματα στον τομέα της αυτορρύθμισης. Με απλά λόγια, αυτό σημαίνει ότι οι περιοχές του εγκεφάλου, οι οποίες παίζουν σημαντικό παράγοντα στη συγκέντρωση, το σχεδιασμό και τον έλεγχο των παρορμήσεων ίσως να υπολειτουργούν.
• Η ΔΕΠΥ είναι συχνότερη στα αγόρια από ότι στα κορίτσια σε ένα ποσοστό 3:1
• Παρόλη την προσοχή που συγκεντρώνει η διαταραχή από τον τύπο, σε σχέση με την υπερβολικά συχνή διάγνωσή της και τις «επιδημικές» διαστάσεις της, ο επιπολασμός της ΔΕΠΥ έχει υπολογιστεί περίπου στο 5% των παιδιών σχολικής ηλικίας.
4. Ποιος είναι αρμόδιος για να διαγνώσει το παιδί μου;
Οι επαγγελματίες με πείρα στον τομέα της ανάπτυξης και τη συμπεριφοράς είναι οι πλέον κατάλληλοι για τη διάγνωση της ΔΕΠΥ. Τέτοιοι μπορεί να είναι ψυχολόγοι, ψυχίατροι, νευρολόγοι και παιδίατροι. Για τη διεξαγωγή μιας ολοκληρωμένης, εις βάθος αξιολόγησης οι ειδικοί θα πρέπει να συγκεντρώσουν πληροφορίες σχετικά με την ανάπτυξη και το επίπεδο λειτουργικότητας του παιδιού από διαφορετικά πλαίσια. Η σύντομη εξέταση στο γραφείο ενός ψυχολόγου ή ενός ιατρού δεν παρέχει επαρκείς πληροφορίες για αξιόπιστη διάγνωση της ΔΕΠΥ.
5.Θα μπορούσε το παιδί μου να έχει μια δυσκολία, η οποία μοιάζει με ΔΕΠΥ αλλά είναι κάτι άλλο;
Θα πρέπει να ληφθούν δύο βασικά σημεία υπόψη, όσον αφορά σε αυτήν την ερώτηση.
Α) Σημάδια «απατηλής» ΔΕΠΥ. Συμπτώματα της ΔΕΠΥ είναι πιθανόν να εμφανίζονται σε παιδιά, τα οποία στην πραγματικότητα έχουν άλλες δυσκολίες. Συχνά παραδείγματα αποτελούν :
• Ένα παιδί, το οποίο έχει κατάθλιψη ή άγχος μπορεί να έχει δυσκολίες συγκέντρωσης αλλά μπορεί να μην έχει ΔΕΠΥ.
• Ένα παιδί του οποίου οι μαθησιακές δυσκολίες δεν έχουν αντιμετωπιστεί κατάλληλα μπορεί εύκολα να έχει δυσκολία να κάθεται ήσυχα στη θέση του και να προσέχει, κυρίως επειδή δεν καταλαβαίνει αυτό, που διδάσκεται.
• Πολλά παιδιά, τα οποία δεν ακολουθούν εντολές ή είναι διασπαστικά στην τάξη ίσως έχουν εναντιωματική διαταραχή ή άλλη διαταραχή συμπεριφοράς.
• Τέλος, τα στρεσογόνα γεγονότα στη ζωή ενός παιδιού είναι πιθανό να απορροφούν τόση ενέργεια, ώστε να υπάρχει μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης ή ελέγχου. Για παράδειγμα, ένα παιδί του οποίου ένας γονιός είναι σοβαρά άρρωστος, μπορεί να είναι απόλυτα απορροφημένος στο γονιό αυτόν και να μη μπορεί συνεπώς να συγκεντρωθεί στο σχολείο.
Β) Συννοσηρότητα. Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται όταν ένα άτομο παρουσιάζει πάνω από μία κατάσταση, η οποία μπορεί να λάβει διάγνωση. Υπάρχουν πολλές διαταραχές, οι οποίες συνυπάρχουν συχνά με τη ΔΕΠΥ. Για παράδειγμα :
• Περίπου 50% των παιδιών με ΔΕΠΥ, επίσης, έχουν εναντιωματική συμπεριφορά.
• Περίπου 20% των παιδιών με ΔΕΠΥ, επίσης, έχουν διαταραχή άγχους ή διαταραχή διάθεσης.
• Περίπου 25% των παιδιών με ΔΕΠΥ, επίσης, έχουν ειδικές μαθησιακές δυσκολίες.
Για να μειωθεί το ρίσκο λανθασμένης διάγνωσης και θεραπείας ενός παιδιού, είναι σημαντικό το να αξιολογηθεί η ύπαρξη προβλημάτων μάθησης, διάθεσης ή άλλων δυσκολιών συμπεριφοράς, όπως και περιβαλλοντικών και οικογενειακών αγχωτικών παραγόντων.
6)Θα φύγει ποτέ;
Η υπερκινητικότητα τείνει να μειώνεται, όταν τα παιδιά φτάσουν την εφηβεία. Παρόλα αυτά, πολλά παιδιά συνεχίζουν να παρουσιάζουν συμπτώματα απροσεξίας και παρορμητικότητας και στην ενήλικη ζωή. Με την κατάλληλη θεραπεία η πλειοψηφία των παιδιών με ΔΕΠΥ μπορεί να αναπτύξει ικανότητες αντιμετώπισης των συμπτωμάτων τους και τελικά επιτυγχάνει σε σημαντικούς τομείς της ζωής. Είναι πολύ σημαντικό οι γονείς να μεταθέσουν την οπτική τους και την προσέγγισή τους από το να προσπαθούν να «γιατρέψουν» τα παιδιά τους στο να επικεντρωθούν στην «αντιμετώπιση» των συμπτωμάτων τους.
7) Τι μπορεί να γίνει;
Ένα αποτελεσματικό θεραπευτικό πλάνο γενικά εμπεριέχει παρεμβάσεις στη συμπεριφορά και στο σχολείο και, σε πολλές περιπτώσεις, τη χρήση φαρμάκων. Για την αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ είναι απαραίτητη η αναγνώριση και η αλλαγή των συνηθειών στο περιβάλλον ενός παιδιού, οι οποίες συντηρούν τα προβλήματα. Αυτό συνήθως απαιτεί εκπαίδευση των γονέων σχετικά με τη διαταραχή, όπως επίσης και άσκηση στις συμπεριφορικές στρατηγικές, όπως το να δίνει κανείς αποτελεσματικές οδηγίες και συνέπειες-ποινές. Το προσωπικό του σχολείου πρέπει, επίσης, να χρησιμοποιεί συμπεριφορικές τεχνικές, όπως τα καθημερινά σημειώματα μεταξύ σπιτιού και σχολείου (με ανταμοιβές καθορισμένες από το σπίτι), αλλαγή θέσης, αύξηση δόμησης, συχνή θετική ανατροφοδότηση και τη χρήση συνομήλικων- βοηθών. Η ατομική θεραπεία με τα παιδιά σπάνια είναι επαρκής καθαυτή, παρόλο που μπορεί να συμπεριληφθεί, όποτε χρειάζεται, στα πλαίσια ενός συνολικού οικογενειακού προγράμματος συμπεριφοριστικής θεραπείας.
8) Τι ισχύει σχετικά με τη λήψη φαρμάκων;
Τουλάχιστον 75% των παιδιών με διάγνωση ΔΕΠΥ παρουσιάζουν βελτίωση στη συμπεριφορά από τη χρήση ψυχοδιεγερτικών φαρμάκων, όπως το Ritalin, το Dexedrine, το Adderall , ή το Cylert. Οι γονείς καλό είναι να συμβουλεύονται τον γιατρό του παιδιού τους σχετικά με τα πιθανά οφέλη και τις αρνητικές παρενέργειες των ψυχοδιεγερτικών. Υπάρχουν αρκετές παρανοήσεις σχετικά τη χρήση φαρμάκων για την αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ, οι οποίες πρέπει να ξεκαθαριστούν. Τα αληθή γεγονότα έχουν ως εξής:
Α) Οι μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά, στα οποία χορηγούνται ψυχοδιεγερτικά φάρμακα δεν είναι περισσότερο πιθανό να κάνουν κατάχρηση ουσιών στην εφηβεία τους συγκριτικά με άλλους ενήλικες.
Β) Η θετική απόκριση στα ψυχοδιεγερτικά φάρμακα δεν είναι ένδειξη, ότι ένα παιδί έχει ΔΕΠΥ. Στην πραγματικότητα πολλά άτομα χωρίς ΔΕΠΥ παρουσιάζουν βελτίωση στη συγκέντρωση, τον έλεγχο των παρορμήσεων, και τη ολοκλήρωση της εργασίας, ενώ λαμβάνουν τα φάρμακα.
Γ) Οι ανάγκες των παιδιών αλλάζουν με την πορεία της ανάπτυξης. Παρόλο που πολλά παιδιά με ΔΕΠΥ εξακολουθούν να παίρνουν φάρμακα στην εφηβεία και στην ενήλικο ζωή, αυτό δεν είναι αναπόφευκτο. Δεν θα πρέπει να υποθέτουμε, ότι εφόσον χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή σε μία περίπτωση, ένα παιδί θα τη χρειάζεται και στην ενήλικο ζωή. Ένα από τα θετικά στοιχεία των ψυχοδιεγερτικών είναι ότι δοκιμαστικές περίοδοι, με ή χωρίς λήψη φαρμάκου, μπορούν να χρησιμοποιηθούν, για να καθοριστεί αν το φάρμακο έχει ωφέλιμη επίδραση.
Δ) Το Ritalin και τα παρόμοια χημικά φάρμακα είναι ψυχοδιεγερτικά, όχι ηρεμιστικά. Έτσι, τα περισσότερα παιδιά δε θα φαίνονται ναρκωμένα, όταν τους χορηγούνται φάρμακα με τον κατάλληλο τρόπο.
Ε) Στην Ελλάδα κυκλοφορεί η ατομοξετίνη, ουσία που δεν ανήκει στα ψυχοδιεγερτικά φάρμακα και έχει ένδειξη για τη θεραπεία της ΔΕΠΥ.
9) Τι ισχύει σχετικά με τη βιοανάδραση, τα φυτικά φάρμακα και τη δίαιτα;
Οι μελέτες δεν υποστηρίζουν επαρκώς αυτές τις παρεμβάσεις για τη ΔΕΠΥ, παρόλο που οι έρευνες στο μέλλον θα βοηθήσουν στο να ξεκαθαριστεί, εάν μπορεί να βοηθούν. Ένας συνδυασμός συμπεριφορικών, διδακτικών και ιατρικών/ φαρμακευτικών παρεμβάσεων θεωρείται συνήθως η πλέον αποτελεσματική προσέγγιση στη ΔΕΠΥ. Στην παρούσα χρονική στιγμή υπάρχει έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την αποτελεσματικότητα αυτών των εναλλακτικών προσεγγίσεων.
|